Άρθρο Κωνσταντίνου Γκιουλέκα για το Ρυθμιστικό Θεσσαλονίκης
- Κατηγορία Άρθρα
- μέγεθος γραμματοσειράς μείωση του μεγέθους γραμματοσειράς αύξηση μεγέθους γραμματοσειράς
- Εκτύπωση
Απόλυτη προτεραιότητα το Νέο Ρυθμιστικό Σχέδιο Θεσσαλονίκης
Κακογυρισμένο σίριαλ με κακή σκηνοθεσία και ηθοποιούς β’ διαλογής έχει καταντήσει το Νέο Ρυθμιστικό Σχέδιο Θεσσαλονίκης. Και το χειρότερο είναι ότι η Θεσσαλονίκη παίζει τον ρόλο του κομπάρσου σε ένα σχέδιο στο οποίο οφείλει να έχει τον μοναδικό και πρωταγωνιστικό ρόλο.
Από το 2010 όταν και πρωτοπαρουσιάστηκε το νέο Ρυθμιστικό η άποψη όλων ήταν ότι αποτελούσε ένα απαράδεκτο σχέδιο, μη βιώσιμο, που το μόνο που θα κατάφερνε θα ήταν να μηδενίσει τις αναπτυξιακές προοπτικές της πόλης μας. Άμεση ήταν η αντίδραση όλων των φορέων της πόλης, των βουλευτών αλλά και των εκπροσώπων των δήμων του πολεοδομικού συγκροτήματος οι οποίοι διατυπώσαμε ενστάσεις, προτάσεις και παρατηρήσεις στο κατατεθέν σχέδιο, οι οποίες, όμως, ουδέποτε ενσωματώθηκαν στο αρχικό κείμενο.
Αφού το ίδιο σχέδιο κατατέθηκε και αποσύρθηκε από τρεις υπουργούς, τέσσερα χρόνια αργότερα ήλθε η ώρα να παρουσιαστεί το Νέο Ρυθμιστικό Σχέδιο της Θεσσαλονίκης. Και τι διαπιστώσαμε; Ότι κατατέθηκε ένα πανομοιότυπο με το 2010 σχέδιο, το οποίο περιείχε τις ίδιες παραλήψεις, ατέλειες και αντιφάσεις. Δεν ενσωμάτωσε καμία πρόταση από τους τοπικούς φορείς και, σε καμία περίπτωση, δεν εμφάνιζε καμία προοπτική που θα ωφελούσε την πόλη. Μετά δε από την έντονη αντίδραση που παρουσιάστηκε από τους βουλευτές της περιοχής, δημάρχους και εκπροσώπους της Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας απεσύρθη και πάλι ενώ αρχικά είχε εισαχθεί προς συζήτηση στο Β’ Θερινό Τμήμα της Βουλής.
Στα βασικά του προβλήματα εντάσσεται το γεγονός ότι το νέο Ρυθμιστικό Σχέδιο για την Θεσσαλονίκη βασίστηκε και οικοδομήθηκε πάνω σε μελέτες και στοιχεία εντελώς ξεπερασμένα. Κάποια, μάλιστα, αναφέρονται σε συνθήκες που ίσχυαν προ 20ετίας, χωρίς να έχουν προσμετρηθεί καθόλου τα νέα δεδομένα που ισχύουν στην πόλη μας, ιδιαίτερα την τελευταία περίοδο της δύσκολης οικονομικής ύφεσης.
Επιπλέον, το αποσυρθέν Ρυθμιστικό Σχέδιο της Θεσσαλονίκης προσέθετε νέα εμπόδια για την πραγματοποίηση επενδύσεων στην πόλη μας, προβλέποντας επιπλέον γραφειοκρατικές διαδικασίες και αυξάνοντας τον χρόνο και το κόστος για την έγκριση τυχόν επενδυτικών σχεδίων. Το ζητούμενο, ιδιαίτερα στην παρούσα συγκυρία, είναι να δημιουργήσουμε ένα φιλικό επενδυτικό περιβάλλον με απλουστευμένες διαδικασίες, το οποίο θα προσελκύσει επενδυτικές προτάσεις για την πόλη. Αντ’ αυτού, όπως προανεφέρθη, παρουσιάστηκε ένα σχέδιο, το οποίο το μόνο που θα έκανε, εάν θα παρέμενε ως είχε, θα ήταν να αποτρέψει ενδεχόμενους επενδυτές.
Τέλος, ένα άλλο ζήτημα που πρέπει να ξεκαθαριστεί είναι και το καθεστώς των ρυθμίσεων των ζωνών επικινδυνότητας με βάση την οδηγία «Σεβέζο» διότι οι ήδη διατυπωμένες προβλέψεις στο νέο Ρυθμιστικό εμφανίζουν ρυθμίσεις αντίθετες με την οδηγία και δημιουργούν ένα θολό τοπίο επιλεκτικών και παράτυπων διατάξεων. Αξίζει να σημειωθεί ότι, προκειμένου να αρθούν οι όποιες αντιδράσεις και κατηγορίες, το νέο Ρυθμιστικό Σχέδιο πρέπει να ενσωματώσει την ισχύουσα οδηγία «Σεβέζο ΙΙΙ» του 2012 και όχι την «Σεβέζο ΙΙ» του 2007, στην οποία έχει βασιστεί το σχέδιο, πολλές διατάξεις της οποίας έχουν τροποποιηθεί ή αλλάξει. Αυτονόητο μεν το παραπάνω, αλλά όχι δεδομένο.
Αναμφισβήτητα, το νέο Ρυθμιστικό Σχέδιο της Θεσσαλονίκης αποτελεί ένα ζωτικής σημασίας ζήτημα για την πόλη προκειμένου να προχωρήσουν όλα τα σχέδια αξιοποίησης και ανάπτυξης της ευρύτερης περιοχής.
Επιτέλους πρέπει να επικρατήσουν τα αυτονόητα και η Θεσσαλονίκη να αποκτήσει ένα σύγχρονο Ρυθμιστικό Σχέδιο, όπως αρμόζει σε μία ευρωπαϊκή μεγαλούπολη. Η Θεσσαλονίκη χρειάζεται πάση θυσία ένα νέο Ρυθμιστικό που θα την ωφελήσει με συγκεκριμένους στόχους. Δεν μπορεί να βαδίσει στα τυφλά χωρίς να υπάρχουν άξονες πάνω στους οποίους θα ξεδιπλωθούν οι προοπτικές για την ανάπτυξή της. Οι Θεσσαλονικείς χάσαμε πολύτιμο χρόνο τις προηγούμενες δεκαετίες. Δεν έχουμε την πολυτέλεια να χάσουμε από εδώ κι εμπρός ούτε ημέρα. Οφείλουμε να διεκδικήσουμε τους μεγάλους στόχους για το μέλλον μας. Να οριοθετήσουμε τους άξονες στους οποίους θα βασιστεί η ανάπτυξη της Θεσσαλονίκης μας και αυτό το μήνυμα οφείλουμε να στείλουμε προς όλες τις κατευθύνσεις.